Νομολογία - ποινικά

(ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2016 - ÔÅÕ×ÏÓ 91) Αριθμός απόφασης: ΑΠ 1188/2016 Τμήμα: Τμήμα ΣΤ’ Πρόεδρος: Χρυσούλα Παρασκευά, Αρεοπαγίτης Εισηγητής: Ιωάννης Μαγγίνας
Αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της σύγκρουσης πεζού με αυτοκίνητο και του επελθόντος θανάτου του μετά από δύο μήνες. Δεν υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία στην καταδικαστική απόφαση για ανθρωποκτονία από αμέλεια σε βάρος οδηγού αυτοκινήτου, επειδή αφενός δε διευκρινίζεται αν η κατάληξη της παρασυρθείσας πεζής οφείλεται σε πνευμονικό οίδημα ή σε σακχαρώδη διαβήτη ή από τα κατάγματα που της προκάλεσε η σύγκρουση με το αυτοκίνητο αφετέρου δεν αποσαφηνίζεται αν υιοθετείται ότι ο σακχαρώδης διαβήτης και το πνευμονικό οίδημα αποτέλεσαν επακόλουθα των πολλαπλών αυτών καταγμάτων, οπότε τότε λείπει οποιαδήποτε αναφορά στον τρόπο με τον οποίο τα κατάγματα συνδέονται με την πρόκληση του πνευμονικού οιδήματος και του σακχαρώδη διαβήτη. Έλλειψη αιτιολογίας και εξαιτίας αντιφατικών παραδοχών μεταξύ του σκεπτικού και του διατακτικού ως προς την αιτία του θανάτου της παθούσας αλλά και εξαιτίας ασαφειών ως προς την επιδειχθείσα αμέλεια του κατηγορούμενου οδηγού.


Νομικές διατάξεις: Άρθρα 302 παρ. 1 ΠΚ, 139, 510 παρ. 1 περ. Δ΄ ΚΠΔ και 93 παρ. 3 Σ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

[…] Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρ. 302 παρ. 1 και 28 ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου από αυτές εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται αντικειμενικά μεν πρόκληση θανάτωσης άλλου, υποκειμενικά δε, α) μη καταβολή από το δράστη της επιβαλλόμενης, κατ’ αντικειμενική κρίση, προσοχής, την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει υπό τις ίδιες περιστάσεις να καταβάλει, βάσει των νομικών κανόνων, των συνηθειών που επικρατούν στις συναλλαγές και της κοινής πείρας και λογικής, β) δυνατότητα αυτού, βάσει των προσωπικών περιστάσεων, γνώσεων και ικανοτήτων, να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο από έλλειψη της προαναφερόμενης προσοχής, είτε δεν προέβλεψε (άνευ συνειδήσεως αμέλεια), είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευε όμως ότι δεν θα επερχόταν (συνειδητή αμέλεια) και γ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξης ή παράλειψης του δράστη και του επελθόντος αποτελέσματος. […].


Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 593-594/2015 απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Πατρών, που… κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα οδηγό αυτοκινήτου για ανθρωποκτονία από αμέλεια της θανούσας… δέχθηκε ανελέγκτως… τα εξής πραγματικά περιστατικά:


«Ο κατηγορούμενος στις 5.10.2008 και περί ώρα 12 μ.μ. στην θέση… ως οδηγός Ι.Χ.Ε αυτοκινήτου από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλει και την οποία θα κατέβαλε υπό ανάλογες περιστάσεις κάθε μέσος συνετός οδηγός, δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα της πράξεώς του και προκάλεσε τον θάνατο άλλου. Ειδικότερα οδηγώντας στην ανωτέρω οδό και θέση το υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο… και κινούμενος με αυτό με κατεύθυνση από ... με ταχύτητα που υπερέβαινε τα 50 χλμ/ώρα, που είναι το ανώτατο όριο ταχύτητας για την παραπάνω κατοικημένη περιοχή…, δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως την παρουσία επί της ως άνω οδού της ηλικιωμένης…, η οποία κατά την ανωτέρω χρονική στιγμή είχε βγει από την εξώπορτα της οικίας της και βρισκόταν στο οδόστρωμα, η γραμμή οριοθετήσεως του οποίου απέχει 0,5 μέτρα από τον μανδρότοιχο της οικίας της, προτιθέμενη να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα, με αποτέλεσμα να επιπέσει με το εμπρόσθιο δεξιό μέρος του οχήματός του επί της πεζής και αυτή να πέσει στο οδόστρωμα και να υποστεί συντριπτικό κάταγμα λεκάνης.


Αμέσως μετά το ατύχημα διακομίσθηκε με ασθενοφόρο στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου Κεφαλληνίας και νοσηλεύθηκε στην ορθοπεδική κλινική αυτού μέχρι την 6.10.2008 και τελικώς απεβίωσε στις 2.12.2008 εξ αιτίας οξέος πνευμονικού οιδήματος, σακχαρώδους διαβήτη και πολλαπλών καταγμάτων λεκάνης προκληθέντων από το τροχαίο ατύχημα, μη χειρουργηθέντων…


Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν ο κατηγορούμενος, ανεξαρτήτως του ποσοστού συνυπαιτιότητας της θανούσης στην πρόκληση του ατυχήματος, κρίνεται υπαίτιος αυτού διότι από αμέλειά του δεν οδηγούσε με σύνεση και με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του ούτε μείωσε την ταχύτητα του οχήματός του, αν και εκινείτο σε κατοικημένη περιοχή, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί εγκαίρως την πεζή που βρισκόταν επί του οδοστρώματος και να την παρασύρει προκαλώντας της τελικά τον θάνατο μετά παρέλευση τριμήνου. Ενόψει των ανωτέρω πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της αξιόποινης πράξεως που του αποδίδεται με το κλητήριο θέσπισμα».


Κατά το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης ο αναιρεσείων κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος για το ότι: «... την 5.10.2008… από αμέλεια του… οδηγώντας το υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... Ι.Χ.Ε. όχημα… και βαίνοντας με αυτό στην άνω οδό με κατεύθυνση… δεν μετρίασε την ταχύτητά του που ήταν ιδιαίτερα αυξημένη, αν και πεζός βρισκόταν στην τροχιά του που καθυστερούσε να απομακρυνθεί, και ειδικότερα βλέποντας από αρκετή απόσταση την υπερήλικα… να διασχίζει κάθετα την οδό που αυτός έβαινε ούτε μείωσε αρκετά την ταχύτητα του οχήματός του, ώστε να δώσει χρόνο στην πεζή να διασχίσει όλο το πλάτος του οδοστρώματος, ούτε έκαμε κανένα άλλο ελιγμό για να αποφύγει, αλλά επιπόλαια, συνέχισε την αρχική του πορεία με την ίδια ταχύτητα, με αποτέλεσμα να παρασύρει την πεζή, την οποία έρριψε καταγής».


Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, δεν έχει την απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τη διάταξη του άρ. 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, δεδομένου ότι έχει ασάφειες, αντιφάσεις και κενά, καθόσον εκτίθενται ελλιπώς και κατά τρόπο ασαφή τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, ώστε να αποκλείεται η διάγνωση του συντρέξαντος όρου που επέφερε τον θάνατο της παρασυρθείσας από το όχημα του αναιρεσείοντος πεζής.


Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι ο τραυματισμός της τελικά αποβιώσασας πεζής έγινε στις 5.10.2008, ενώ ο θάνατός της επήλθε μετά πάροδο διμήνου περίπου χρονικού διαστήματος, στις 2.12.2008, «εξαιτίας οξέος πνευμονικού οιδήματος, σακχαρώδους διαβήτη και πολλαπλών καταγμάτων λεκάνης προκληθέντων από το τροχαίο ατύχημα, μη χειρουργηθέντων». Με την παραδοχή όμως αυτή η εν λόγω απόφαση δεν απέκλεισε τη συμβολή στον θάνατο της πεζής όρου μη σχετιζόμενου προς τη δράση του αναιρεσείοντος, καθώς και την εξαιτίας της συνδρομής του όρου αυτού προκαλούμενη άρση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των προκληθεισών σωματικών βλαβών και του επελθόντος θανάτου της. Πιο συγκεκριμένα, δεν διευκρινίζεται αν η κατάληξη της παρασυρθείσας πεζής οφείλεται στο πνευμονικό οίδημα ή στον σακχαρώδη διαβήτη, άλλως ότι ο θάνατος αυτής επήλθε από τα κατάγματα της λεκάνης, ενώ παράλληλα δεν αποσαφηνίζεται στις γενόμενες παραδοχές αν υιοθετείται ότι ο σακχαρώδης διαβήτης και κατ’ επέκταση το πνευμονικό οίδημα αποτέλεσαν επακόλουθα των πολλαπλών καταγμάτων, ελλείπουσας στην περίπτωση αποδοχής ύπαρξης τέτοιας παραδοχής οποιασδήποτε αναφοράς του τρόπου με τον οποίο τα κατάγματα ενοχοποιούνται στην πρόκληση του πνευμονικού οιδήματος και του σακχαρώδη διαβήτη.


Περαιτέρω, τελείως αντιφατικά, ενώ στο σκεπτικό παρατίθενται περισσότεροι του ενός όροι, οι οποίοι επέφεραν τον θάνατο της πεζής, στο διατακτικό αναφέρεται μόνον ότι ο θάνατος αυτής προκλήθηκε από σωματική κάκωση, τουτέστιν από το συντριπτικό κάταγμα της λεκάνης, βοηθούντος βεβαίως και του γήρατος της τελευταίας.


Τέλος, όλως ασαφώς και αντιφατικώς στο μεν σκεπτικό αναγράφεται, ότι ο αναιρεσείων «... δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως την παρουσία επί της ως άνω οδού της ηλικιωμένης... η οποία... είχε βγει από την εξώπορτα της οικίας της και βρισκόταν στο οδόστρωμα...», στο δε διατακτικό αναφέρεται, ότι «... ειδικότερα βλέποντας από αρκετή απόσταση την υπερήλικα... να διασχίζει κάθετα την οδό που αυτός έβαινε ούτε μείωσε αρκετά την ταχύτητα του οχήματός του, ώστε να δώσει χρόνο στην πεζή να διασχίσει όλο το πλάτος του οδοστρώματος, ούτε έκανε κανένα άλλο ελιγμό για να αποφύγει, αλλά επιπόλαια, συνέχισε την αρχική του πορεία με την ίδια ταχύτητα, με αποτέλεσμα να παρασύρει την πεζή, την οποία έρριψε καταγής», με συνέπεια να μην αποσαφηνίζεται, αν τελικώς ο αναιρεσείων δεν είχε αντιληφθεί τη θανάσιμα τραυματισθείσα πεζή ή είδε αυτήν από αρκετή απόσταση και παρόλα αυτά συνέχισε, χωρίς να ανακόψει ή να πραγματοποιήσει αποφευκτικό ελιγμό.
Συνεπώς, ο μόνος λόγος της αναίρεσης από το άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ ΚΠΔ για έλλειψη από την προσβαλλόμενη απόφαση της ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα είναι βάσιμος στην ουσία και πρέπει να γίνει δεκτός, περαιτέρω δε να γίνει δεκτή η αίτηση της αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο δικαστήριο που την εξέδωσε, του οποίου είναι δυνατή η συγκρότηση από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρ. 519 ΚΠΔ).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved