Νομολογία - διοικητικά

(ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2017 - ÔÅÕ×ÏÓ 93) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ Ολ. 95/2017 Τμήμα: Τμήμα Β’ Πρόεδρος: Ν. Σακελλαρίου, Πρόεδρος ΣτΕ Εισηγητής: Γ. Παπαγεωργίου, Σύμβουλος
Αρμοδιότητα ΕΣΡ για τον καθορισμό των όρων λειτουργίας και αδειοδότησης τηλεοπτικών σταθμών και έννομο συμφέρον προσβολής κανονιστικών πράξεων.
Νομικές διατάξεις: Άρθρα 15 παρ. 2 Σ, 2Α ν. 4339/2015118/2007.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

15. […] Περαιτέρω, εν όψει του ότι, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, το έννομο συμφέρον της αιτούσης για την άσκηση της κρινομένης αιτή-σεως θεμελιώνεται στο γεγονός ότι ασκεί επιχείρηση με αντικείμενο σχετικό με το αντικείμενο της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας, δεν ασκεί επιρροή, από την εξεταζόμενη άποψη της υπάρξεως εννόμου συμφέροντος, το νόμιμο ή μη της λειτουργίας του τηλεοπτικού σταθμού της, εθνικής εμβέλειας –του οποίου, μάλιστα, δεν είχε διακοπεί η δημόσια λειτουργία– έως την άσκηση ή και την εκδίκαση της κρινομένης αιτήσεως, δοθέντος, άλλωστε, ότι, ανεξαρτήτως του αν θα μπορούσε το ζήτημα αυτό να τεθεί, πάντως με τον ν. 4339/2015 δεν τίθεται ως προ-ϋπόθεση για τη συμμετοχή σε διαγωνιστική διαδικασία, διενεργούμενη με βάση τις διατάξεις του, επιχειρήσεως, η οποία λειτουργούσε τηλεο-πτικό σταθμό και υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, η διαπίστωση ότι λειτουργούσε νομίμως ο εν λόγω σταθμός κατά το προϊσχύ-σαν καθεστώς. […] Εξάλλου, δεν αναιρεί το έννομο συμφέρον της αιτούσης προς άσκηση της κρινομένης αιτήσεως το γεγονός ότι, σύμφωνα με το άρθρο 86 του ν. 4313/2014, η ισχύς των αδειών για την λειτουργία τηλεοπτικών σταθμών, όπως ο σταθμός της αιτούσης, έληξε στις 31.12.2015, διότι, εκτός του ότι το έννομο συμφέρον της στηρίζεται, κατά τα προεκτεθέντα, στο γεγονός ότι ασκεί επιχείρηση με αντικείμενο σχετικό με την παροχή τηλεοπτικών υπηρεσιών, ασχέτως αν ο σταθμός της λειτουργούσε ή όχι νομίμως υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό κα-θεστώς, δεν θα μπορούσε ο νομοθέτης με τη ρύθμιση αυτή να στερήσει το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων, που λειτουργούσαν έως τις 31.12.2015 –με βάση άδειες, που είχαν χορηγηθεί κατʼ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 1866/1989 και των οποίων η ισχύς είχε παραταθεί με μεταγενεστέρους νόμους κατά τα προεκτεθέντα– τηλεοπτικούς σταθμούς, να προσβάλουν πράξεις αφορώσες τη διαγωνιστική διαδικασία για την χορήγηση για το μέλλον αδειών λειτουργίας τέτοιων σταθμών. […]


19. […] κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος, α) καθίσταται υποχρεωτική η σύμπραξη του ΕΣΡ στην ά-σκηση αρμοδιοτήτων, με τις οποίες, σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλες ανεξάρτητες αρχές, όπου αυτό απαιτείται λόγω της τεχνικής φύσεως των τιθεμένων ζητημάτων, καθορίζονται οι όροι λειτουργίας και αδειοδοτήσεως, μεταξύ άλλων, και των τηλεοπτικών σταθμών, και β) σε περίπτωση επιλογής του συστήματος της κατόπιν διαγωνισμού χορηγήσεως των αδειών λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών, καθίσταται υποχρεωτική η διενέργεια αποκλειστικώς από το ΕΣΡ της σχετικής διαγωνιστικής διαδικασίας. Περαιτέρω, εν όψει της σημασίας που ο ανα-θεωρητικός νομοθέτης απέδωσε στον ρόλο των ανεξάρτητων αρχών (ως οργάνων που θα διασφαλίζουν ότι ορισμένοι τομείς κρατικής δρά-σεως δεν θα επηρεάζονται από κυβερνητικές και γενικότερα μονομερείς επιρροές), όπως είναι το ΕΣΡ, θέσπισε με το άρθρο 101Α του Συ-ντάγματος συγκεκριμένο τρόπο συγκροτήσεως των αρχών αυτών, ώστε να εξασφαλίζεται συνεργασία των δραστηριοποιουμένων εκάστοτε στην πολιτική ζωή της χώρας πολιτικών δυνάμεων κατά την επιλογή των προσώπων που στελεχώνουν τις αρχές αυτές και ότι οι λαμβανόμε-νες από τις εν λόγω αρχές αποφάσεις θα απηχούν συγκερασμό απόψεων κατά το δυνατόν ευρύτερου φάσματος πολιτικών δυνάμεων και, κατά συνέπεια, και μεγαλύτερου αριθμού πολιτών. Ειδικότερα, ο αναθεωρητικός νομοθέτης όρισε στην παρ. 2 του ανωτέρω άρθρου 101Α ότι η επιλογή των προσώπων, τα οποία στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές και πρέπει να έχουν τα ανάλογα προσόντα, «γίνεται με απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με την αυξημένη πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών της», χωρίς να προβλέψει επικουρικό μηχανισμό για την περίπτωση αδυναμίας επιτεύξεως ομοφωνίας ή πλειοψηφίας των τεσσάρων πέμπτων. Η παράλειψη δε προβλέψεως τέτοιου επικουρικού μηχανισμού φαίνεται να ήταν ηθελημένη, εφόσον, όπως προκύπτει από τις συ-ζητήσεις στη Βουλή [Πρακτικά Βουλής Συνεδρίαση ΡΜΔ’, 21.3.2011 (πρωί), σελ. 733], είχε προταθεί να προβλεφθεί ένας τέτοιος μηχανισμός (όπως π.χ. προβλέπεται για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας με το άρθρο 32 του Συντάγματος), πρόταση, η οποία, τελικώς, δεν έγινε δεκτή. Από το γεγονός αυτό συνάγεται ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης είχε σκοπό να προτρέψει τις πολιτικές δυνάμεις σε συνεργασία, ώστε να επιτύχουν τουλάχιστον πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων για την επιλογή των μελών των, απαραιτήτων, κατά τον ανωτέρω νομο-θέτη, για την λειτουργία του κατοχυρωμένου από το Σύνταγμα δημοκρατικού πολιτεύματος, ανεξάρτητων αρχών. Αντιθέτως, από το γεγονός ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης δεν προέβλεψε επικουρικό μηχανισμό για την επιλογή των μελών των ανεξάρτητων αρχών δεν μπορεί να συναχθεί ότι το Σύνταγμα ανέχεται, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, οι αρμοδιότητες, οι οποίες κατά το Σύνταγμα πρέπει να ασκούνται από ανεξάρτητη αρχή, τα μέλη της οποίας απολαύουν προ-σωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, να μεταβιβασθούν από τον κοινό νομοθέτη σε άλλα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Δεν ασκεί δε επιρροή από την εξεταζόμενη άποψη αν κατά την άσκηση συγκεκριμένης αρμοδιότητας, εν όψει του συγκεκριμένου τρόπου οργανώσεώς της, παρέχεται ή όχι στην ανεξάρτητη αρχή διακριτική ευχέρεια. Η έννοια των σχετικών συνταγματικών διατάξεων είναι δηλαδή ότι οι εκπροσω-πούμενες στο Κοινοβούλιο πολιτικές δυνάμεις είναι υποχρεωμένες, με αμοιβαίες, βεβαίως, υποχωρήσεις, και μετά από διαδικασία διαβου-λεύσεων, η οποία δεν αποκλείεται να παρατείνεται για το αναγκαίο χρονικό διάστημα, να χωρήσουν στην επιτασσόμενη από το Σύνταγμα συγκρότηση της ανεξάρτητης αρχής. Άλλως, το Σύνταγμα εμμέσως παραβιάζεται. Δεν μπορεί, όμως, σε καμία περίπτωση η τυχόν αυτή εκ πλαγίου παράβαση του Συντάγματος να θεραπευθεί με άλλη, ευθεία, πλέον, παραβίασή του. Τέτοια δε παραβίαση θα συνιστούσε η πλήρης παράκαμψη αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής, που προβλέπεται ρητώς από το Σύνταγμα. Δεδομένου δε ότι το Σύνταγμα, όπως και κάθε δημο-κρατικό Σύνταγμα, προβλέπει εκείνο, ευθέως και αποκλειστικώς, τις καταστάσεις ανάγκης που δικαιολογούν την αναστολή εφαρμογής ή την τυχόν παράκαμψη ορισμένων, εκ των προτέρων καθορισμένων, διατάξεών του, δεν είναι νοητή η παράκαμψη της εφαρμογής ρητών συνταγ-ματικών διατάξεων σε περίπτωση δυσχερειών, από την φύση τους μάλιστα παροδικών, κατά την εφαρμογή τους. Συνεπώς, έως ότου συγκρο-τηθεί ανεξάρτητη αρχή, όπως είναι το ΕΣΡ, κατά την προβλεπόμενη από το ανωτέρω άρθρο 101Α του Συντάγματος διαδικασία, οι αρμοδιό-τητες αυτής δεν μπορεί να ασκηθούν από άλλα όργανα ακόμη και όταν η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών επιβάλλεται για την επίτευξη σκοπών, στην θεραπεία των οποίων αποβλέπουν άλλες συνταγματικές διατάξεις. Και τούτο διότι δεν υπάρχει ιεραρχία μεταξύ των διατάξε-ων του Συντάγματος, αλλά όλες οι διατάξεις αυτού είναι νομικά τυπικά ισοδύναμες, με συνέπεια να μη μπορεί να παρακαμφθεί, από τον κοινό νομοθέτη ή την εκτελεστική εξουσία, η εφαρμογή καμιάς συνταγματικής διατάξεως με την επίκληση της ανάγκης τηρήσεως άλλης συ-νταγματικής διατάξεως (πρβλ. ΣτΕ 675, 930 - 932, 1002/2016, 3071, 3453, 4308, 4583/2015, 292/1984 Ολ., ΑΕΔ 11/2003), ανεξαρτήτως αν ο κοινός νομοθέτης ή η εκτελεστική εξουσία αποδίδει στην τελευταία αυτή διάταξη μεγαλύτερη σημασία. Εξάλλου, το γεγονός ότι έχουν ενδε-χομένως αναληφθεί από το Ελληνικό Κράτος διεθνείς υποχρεώσεις δεν απαλλάσσει την νομοθετική ή την εκτελεστική εξουσία, κατά την εκ-πλήρωση των εν λόγω υποχρεώσεων, από την υποχρέωση τηρήσεως των συνταγματικών διατάξεων, μεταξύ των οποίων είναι και οι διατά-ξεις που προβλέπουν ανεξάρτητες αρχές και την συγκρότηση και τις αρμοδιότητές τους. Περαιτέρω, με την 3515/2013 απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κρίθηκε μεν ότι, κατά την έννοια του άρθρου 101Α του Συντάγματος, είναι ανεκτή η συνέχιση της λειτουργίας των ανεξαρτή-των αρχών μετά τη λήξη της θητείας των μελών τους και μέχρι την επιλογή των νέων μόνον για εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο κρίνεται κατά τις εκάστοτε συντρέχουσες περιστάσεις, και ότι, μετά την πάροδο του ευλόγου χρόνου, το Σύνταγμα δεν ανέχεται πλέον την παράταση της θητείας των μελών της ανεξάρτητης αρχής, η δε ανεξάρτητη αρχή δεν διαθέτει, από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής, νόμιμη συγκρότηση, τούτο, όμως, δεν έχει την έννοια ότι από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής (ή έστω για περιορισμένο χρονικό διάστημα) είναι δυνατή η ά-σκηση των κατά το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων της ανεξάρτητης αρχής από άλλα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά ότι, όπως ήδη εκτέθη-κε, οι εκπροσωπούμενες στο Κοινοβούλιο πολιτικές δυνάμεις είναι υποχρεωμένες, με αμοιβαίες υποχωρήσεις και μετά από διαδικασία δια-βουλεύσεων, να μεριμνήσουν για την κατά το ταχύτερον δυνατόν νόμιμη συγκρότηση του ΕΣΡ. Εν όψει των ανωτέρω, οι διατάξεις της παρα-γράφου 2 του άρθρου 2Α του ν. 4339/2015, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο τρίτο του ν. 4367/2016, με τις οποίες η αρμοδιότητα για την διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας για την χορήγηση αδειών παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπο-μπής ελεύθερης λήψης εθνικής εμβέλειας κατά την πρώτη εφαρμογή του θεσπιζομένου με τον ανωτέρω ν. 4339/2015 συστήματος ανατίθεται στον Υπουργό, στον οποίο έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, αντίκεινται στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Την αντίθεση δε αυτή των ανωτέρω διατάξεων στο Σύ-νταγμα δεν μπορεί να θεραπεύσει το γεγονός ότι κατά την θέσπισή τους δεν είχε επιτευχθεί (όπως ούτε και έως την συζήτηση της κρινομένης αιτήσεως είχε επιτευχθεί) η απαιτούμενη κατά το Σύνταγμα πλειοψηφία των μελών της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής για την επιλογή των μελών του ΕΣΡ, ασχέτως των λόγων στους οποίους οφειλόταν τούτο.


(Δέχεται την αίτηση ακύρωσης)

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved