Νομολογία - ποινικά

(ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2009 - ÔÅÕ×ÏÓ 54) Αριθμός απόφασης: 1137/2008 Τμήμα: Τμήμα ΣΤ΄(Ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Α. Τσόλιας
Συρροή εγκλημάτων. Συνάντηση αποφάσεων κατά την εκτέλεσή τους. Συνολική ποινή. Υφ΄ όρον απόλυση δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτέλεσής της.
Άρθρα: 94 επ. ΠΚ, 551 ΚΠοινΔ, 510§1 ΚΠοινΔ, 105, 108, 109 ΠΚ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΣΚΕΠΤΙΚΟ
Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 551 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αν πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ιδίου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά συρρέοντα εγκλήματα, εφαρμόζονται οι ορισμοί του ποινικού νόμου για τη συρροή, δηλαδή τα άρθρα 94 και επ. του Ποινικού Κώδικα. Αν μεταξύ των προς εκτέλεση αποφάσεων υπάρχει και απόφαση που αμετάκλητα έχει καθορίσει συνολική ποινή, για τον καθορισμό της νέας συνολικής ποινής λαμβάνεται ως βάση η καθορισθείσα συνολική ποινή, εάν αυτή είναι βαρύτερη από τις ποινές που επιβλήθηκαν με τις άλλες αποφάσεις. Τέλος, κατά της αποφάσεως που καθορίζει συνολική ποινή, επιτρέπεται αναίρεση στον καταδικασμένο και τον Εισαγγελέα, για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 510 παρ. 1 ΚΠΔ. Εξάλλου, κατά το άρθρο 94 παρ. 1 Π.Κ., κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων εγκλημάτων, που πραγματώθηκαν με δύο ή περισσότερες πράξεις, που τιμωρούνται κατά τον νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους, συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές, επαυξημένη από τις άλλες συντρέχουσες ποινές. Η επαύξηση όμως αυτή δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τα ¾ του αθροίσματος των συντρεχουσών αυτών ποινών. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει περαιτέρω ότι, αν η καθορισθείσα αμετακλήτως συνολική ποινή δεν είναι η βαρύτερη και εδώ πρόκειται να αποτελέσει τη βάση της νέας επιμετρήσεως, αλλά πρόκειται να συγχωνευτεί με άλλη, βαρύτερη, τότε διασπάται και συγχωνεύονται οι επί μέρους ποινές, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να ληφθεί από αυτές μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τον σχηματισμό νέας συνολικής ποινής, από αυτό που είχε ληφθεί προηγουμένως. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 97 του Ποινικού Κώδικα, η παραπάνω διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 εφαρμόζεται και όταν κάποιος, πριν εκτιθεί ολοκληρωτικά ή παραγραφεί ή χαριστεί η ποινή που του επιβλήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη, καταδικαστεί για άλλη αξιόποινη πράξη, οποτεδήποτε και αν αυτή τελέσθηκε. Τέλος, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 105, 108 και 109 Π.Κ., η υπό τον όρο της ανακλήσεως χορηγούμενη απόλυση του καταδίκου σε στερητική της ελευθερίας ποινή δεν αποτελεί απαλλαγή από την ποινή, αλλά στάδιο εκτελέσεώς της, που επιδιώκει την αποτροπή υποτροπής με τη βελτίωση του καταδίκου και την κοινωνική του αποκατάσταση (ΟλΑΠ 106/1991). Επομένως, μπορεί η ποινή, στην οποία αυτή αναφέρεται, να συγχωνευθεί με άλλες ποινές, αν συναντάται με αυτές κατά την εκτέλεση και εφ΄ όσον οι εν λόγω ποινές δεν αναφέρονται σε εγκλήματα που τελέσθηκαν κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, διότι τότε επέρχεται άρση της αναστολής και οι ποινές εκτίονται αθροιστικώς. Εν προκειμένω, με την προσβαλλόμενη 1135/2007 απόφασή του, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, δέχτηκε την από 5 Μαρτίου 2007 αίτηση του αναιρεσείοντος για συγχώνευση των παρακάτω ποινών, που συναντήθηκαν κατά την εκτέλεση, ήτοι: α) της ποινής καθείρξεως έξι (6) ετών που του επιβλήθηκε με την 3065/2006 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, β) της συνολικής ποινής καθείρξεως των δεκατεσσάρων (14) ετών, δύο (2) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών, καθώς και της συνολικής χρηματικής ποινής των δέκα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα τεσσάρων (10.984) ευρώ, που του επιβλήθηκαν με την 829/2006 συγχωνευτική απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών και γ) της ποινής φυλακίσεως των δέκα (10) μηνών, καθώς και της χρηματικής ποινής των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, που του επιβλήθηκαν με την 7006/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Ο αναιρεσείων, για την ποινή που του επιβλήθηκε με την παραπάνω συγχωνευτική απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, έτυχε, με το 101/2006 βούλευμα το Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χαλκίδας, της υφ΄ όρον απολύσεως, με ανασταλέν υπόλοιπο ποινής τριών (3) ετών, εννέα (9) μηνών και τριών (3) ημερών. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, προκειμένου να καθορίσει τη συνολική εκτιτέα ποινή, έλαβε ως ποινή- βάση αυτήν της καθείρξεως των έξι (6) ετών, που του επιβλήθηκε με την 3065/2006 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, λαμβάνοντας ότι η ποινή αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως βαρύτερη, διότι το εναπομένον προς έκτιση υπόλοιπο των τριών (3) ετών, εννέα (9) μηνών και τριών (3) ημερών από την ποινή της καθείρξεως των δεκατεσσάρων (14) ετών, δύο (2) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών της 829/2006 συγχωνευτικής αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, είναι μικρότερο από την κάθειρξη των έξι (6) ετών. Έτσι, όμως, που έκρινε η προσβαλλόμενη απόφαση, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 94 Π.Κ. και 551 ΚΠΔ, αφού η ποινή της καθείρξεως των δεκατεσσάρων (14) ετών, δύο (2) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών της 829/2006 συγχωνευτικής αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, όπως αυτή απαγγέλθηκε από το παραπάνω Δικαστήριο, είναι βαρύτερη από εκείνη της καθείρξεως των έξι (6) ετών και, συνεπώς, η πρώτη ποινή έπρεπε να ληφθεί ως ποινή-βάση. Επομένως, πρέπει, κατά παραδοχή του στηριζόμενου στο άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε΄ΚΠΔ δεύτερου λόγου αναιρέσεως ως βάσιμου, οπότε παρέλκει η έρευνα του πρώτου λόγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση και κρίση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως την υπόθεση (άρθρο 519 ΚΠΔ).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved