Νομολογία - διοικητικά

(ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2011 - ÔÅÕ×ÏÓ 66) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 87/2011 Τμήμα: Ολομέλεια Πρόεδρος: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος ΣτΕ Εισηγητής: Αικ. Συγγούνα, Σύμβουλος
Η προσβαλλόμενη απόφαση για αναπροσαρμογή του δικαιώματος εμπορίας ποσίμων υδάτων που βρίσκονται στην περιφέρεια του εν λόγω Δήμου και προέρχονται από ιδιωτικά φρέατα ή γεωτρήσεις ή πηγές αποτελεί διοικητική πράξη με κανονιστικό χαρακτήρα, η οποία για να λάβει νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι κανονιστικές μεν πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον.
Άρθρα: 12 παρ. 1 - 3 24.9/20.10.1958, 29 παρ. 4 ν. 3448/2006, 5 παρ. 2 περ. θ΄ ν. 3469/2006
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατ' επίκληση της διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 3448/2006 που παρατίθεται στην τέταρτη σκέψη, με την υπ' αριθ. 255/2007 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου [...], ληφθείσα κατά την υπ' αριθ. …/29.11.2007 συνεδρίαση, αποφασίσθηκε να προταθεί στον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, η αναπροσαρμογή του δικαιώματος εμπορίας ποσίμων υδάτων που βρίσκονται στην περιφέρεια του εν λόγω Δήμου, προέρχονται δε από ιδιωτικά φρέατα ή γεωτρήσεις ή πηγές, σε ποσοστό 3% επί του δικαιώματος που ίσχυε έως τότε, ήτοι 0,0027 ευρώ ανά λίτρο και 0,0024 ευρώ ανά λίτρο όταν γίνεται πρόσμιξη του νερού με χυμούς. Η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη δεύτερη σκέψη, υιοθετήθηκε αυτή η πρόταση, έχοντας το εν λόγω περιεχόμενο, αποτελεί διοικητική πράξη με κανονιστικό χαρακτήρα (πρβλ. ΣτΕ 1437/2006 κ.ά.), δεν επηρεάζει δε τη φύση της πράξεως αυτής ως κανονιστικής, το συμπτωματικό γεγονός ότι κατά τον χρόνο εκδόσεώς της το αναπροσαρμοζόμενο δικαίωμα επιβαλλόταν μόνον στην αιτούσα εταιρεία. Επομένως, η κανονιστική αυτή απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας για να λάβει, κατά τα ως άνω, νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφόσον ούτε οι διατάξεις του εν λόγω β.δ/τος, το οποίο, όπως τροποποιήθηκε, ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, στις οποίες ερείδεται η προσβαλλόμενη πράξη, ούτε άλλη ειδική διάταξη προβλέπει τη δημοσίευση των κανονιστικών αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας με άλλο τρόπο.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, το Β΄ Τμήμα του Δικαστηρίου, αφού έκρινε τα ανωτέρω ζητήματα, παρέπεμψε με την ανωτέρω παραπεμπτική απόφασή του στην Ολομέλεια το μνημονευθέν ήδη ζήτημα της τύχης της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατά κανονιστικής πράξεως ανυπόστατης λόγω μη δημοσιεύσεώς της.
Ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για τον λόγο αυτό της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ' αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως). Κατά τη γνώμη δε του Αντιπροέδρου Δ. Πετρούλια και του Συμβούλου Ιωάν. Γράβαρη κανονιστική πράξη η οποία δεν έχει τελειωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999), με τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ή με την τήρηση του τυχόν προβλεπόμενου για τη δημοσιότητά της ειδικού τρόπου, απαραδέκτως, κατ' αρχήν, προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως, δεδομένου ότι είναι νομικά ανυπόστατη και, ως εκ τούτου, δεν παράγει, κατά νόμον, έννομες συνέπειες. Ωστόσο, κατ' εξαίρεση, όταν τέτοια πράξη, παρά τη μη κατά τ' ανωτέρω τελείωσή της, έχει ήδη εφαρμοσθεί ή έχει εκδηλωθεί με συγκεκριμένες ενέργειες η σαφής πρόθεση της Διοίκησης να προβεί, πριν τη δημοσίευση, στην εφαρμογή της (όπως όταν η εκδούσα αρχή την κοινοποιεί στις υπηρεσίες για να την εφαρμόσουν), τότε, η πράξη αυτή, επειδή, παρά τη μη δημοσίευσή της, προκαλεί, πάντως, ή πρόκειται να προκαλέσει, με την έκδοση ατομικών πράξεων, μεταβολές στον νομικό κόσμο, λογίζεται, για λόγους ασφαλείας του δικαίου, ως παραδεκτώς προσβαλλόμενη με αίτηση ακυρώσεως και είναι «ακυρωτέα», με την έννοια της έναντι πάντων διαπιστώσεως του ανισχύρου της.
Μετά την επίλυση του παραπεμφθέντος ζητήματος, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να κρατήσει και να εκδικάσει την υπόθεση.
Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ' αριθ. πρωτ. …/17.2.2009 έγγραφο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, καθώς και στο υπ' αριθ. πρωτ. …/17.2.2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για τον λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.
(Δέχεται την αίτηση ακύρωσης)

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved