Νομολογία - διοικητικά

(ΙΟΥΛΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005 - ÔÅÕ×ÏÓ 32) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 682/2005 Τμήμα: Τμ. Α΄ Πρόεδρος: Γ. Ανεμογιάννης, Αντιπρόεδρος ΣτΕ Εισηγητής: Ι. Μαντζουράνης, Σύμβουλος
Νοσοκομειακή περίθαλψη συνταξιούχων και μελών της οικογενείας τους. Εφαρμογή άρθρου 31 Κανονισμού ΕΟΚ 1408/1971. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση επειδή το δικάσαν δικαστήριο στήριξε την κρίση του περί του δικαιώματος απόδοσης των νοσηλίων αποκλειστικά στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, χωρίς να λάβει υπ' όψιν του τις διατάξεις του Κανονισμού 1408/1971, ο οποίος έχει άμεση ισχύ.
-
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Επειδή το άρθρο 31 του Κανονισμού 1408/1971 περιέχει ορισμένες διατάξεις αποκλειστικά για τους συνταξιούχους ασφαλισμένους και τα μέλη της οικογενείας τους, και ρυθμίζει το δικαίωμα των προσώπων αυτών για παροχές σε είδος που καθίστανται αναγκαίες κατά τη διάρκεια της διαμονής τους σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της κατοικίας τους. Το δικαίωμα αυτό δεν εξαρτάται από την προϋπόθεση να έχει η πάθηση που κατέστησε αναγκαία τη σχετική περίθαλψη εκδηλωθεί κατά τρόπο αιφνίδιο κατά τη διάρκεια της προσωρινής διαμονής του συνταξιούχου στο άλλο κράτος μέλος, καθιστώντας άμεση την ανάγκη παροχής της περιθάλψεως. Συνεπώς, η διάταξη αυτή απαγορεύει στα κράτη μέλη να εξαρτούν το δικαίωμα αυτό από μία τέτοια προϋπόθεση. Επίσης απαγορεύει στα κράτη μέλη να εξαρτούν το εν λόγω δικαίωμα από οποιαδήποτε διαδικασία εγκρίσεως. Εξάλλου, με το άρθρο 22 παρ. 1 στ. γ΄ και 2 του ως άνω Κανονισμού ρυθμίζεται το δικαίωμα επί παροχών σε είδος για τους μισθωτούς ή μη μισθωτούς, οι οποίοί ζητούν από τον αρμόδιο φορέα του τόπου κατοικίας τους την άδεια να μεταβούν σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να υποβληθούν εκεί σε κατάλληλη για την κατάσταση της υγείας τους θεραπεία. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται τα πρόσωπα αυτά να έχουν λάβει προηγουμένως έγκριση από τον αρμόδιο φορέα του τόπου κατοικίας τους. Η πιο πάνω διάταξη και όχι αυτή του άρθρου 31 εφαρμόζεται και για τους συνταξιούχους, όταν η θεραπεία στο άλλο κράτος μέλος είχε προγραμματισθεί από τον ενδιαφερόμενο και αυτός πραγματοποίησε την εκεί διαμονή του για ιατρικούς σκοπούς. Τέλος, το άρθρο 22 παρ. 1 στοιχ. α΄ του ίδιου κανονισμού αναγνωρίζει δικαίωμα για παροχές σε είδος στους μισθωτούς ή μη μισθωτούς των οποίων η κατάσταση της υγείας απαιτεί άμεση χορήγηση παροχών κατά τη διάρκεια διαμονής σε άλλο κράτος μέλος. Η προϋπόθεση της άμεσης ανάγκης για παροχή της θεραπείας δεν απαιτείται, όπως προαναφέρθηκε, για τους συνταξιούχους και τα μέλη της οικογένειάς τους, για τους οποίους ισχύει η διάταξη του άρθρου 31. Επειδή το άρθρο 3α του Κανονισμού Νοσοκομειακής Περιθάλψεως του ΙΚΑ (ΑΥΕργ 33651/1956), το οποίο έχει προστεθεί με την απόφαση ΑΥΚοινΑσφ 416/1984 προβλέπει την απόδοση δαπανών νοσηλείας στο εξωτερικό υπό τις αναφερόμενες σε αυτή προϋποθέσεις και διαδικασίες. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, η απόδοση των δαπανών νοσηλείας ασφαλισμένου του ΙΚΑ στο εξωτερικό τελεί υπό την προϋπόθεση ότι η νοσηλεία του ασφαλισμένου στο εξωτερικό θα έχει εγκριθεί προηγουμένως από το Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος του τόπου κατοικίας ή της, λόγω νοσηλείας, προσωρινής διαμονής του ασφαλισμένου. Κατ' εξαίρεση, είναι δυνατή η εκ των υστέρων έγκριση όταν η προηγουμένη έγκριση είναι ανέφικτη, είτε διότι η πάθηση εκδηλώθηκε αιφνιδίως κατά τη διάρκεια προσωρινής διαμονής του ασφαλισμένου στο εξωτερικό είτε διότι υπήρχε ανάγκη μεταφοράς του ασθενούς για νοσηλεία στο εξωτερικό. ….
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων ζήτησε να του αποδοθούν οι δαπάνες νοσηλείας της συζύγου του σε νοσηλευτικό ίδρυμα της Αγγλίας. Για τη νοσηλεία αυτή δεν είχε ληφθεί προέγκριση από τα αρμόδια όργανα του Ιδρύματος.
Η ασθενής είχε εξετασθεί στην Ελλάδα και της είχε συστηθεί αγωγή για έλκος στομάχου. Εξετάσθηκε μετά από λίγους μήνες στην Αγγλία και βρέθηκε να πάσχει από αδενοκαρκίνωμα στομάχου και υπεβλήθη εκεί σε γαστρεκτομή. Το πρωτοβάθμιο όργανο του ΙΚΑ απεφάνθη ότι η πάθηση αντιμετωπιζόταν και στην Ελλάδα και δεν είχε αιφνίδια εκδήλωση ή επιδείνωση ή υποτροπή στην αλλοδαπή, για το λόγο δε αυτό απέρριψε το αίτημα του «ασφαλισμένου» για απόδοση των δαπανών σε αυτόν.
Η αρμόδια ΤΔΕ ΙΚΑ έκανε εν μέρει δεκτή την αίτηση του ασφαλισμένου, και του έδωσε τα χρήματα που θα πλήρωνε αν έκανε την εγχείριση σε ελληνικό νοσοκομείο, το δε Πρωτοδικείο ακύρωσε αυτή την απόφαση της ΤΔΕ και στη συνέχεια το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, με το σκεπτικό ότι, αφού δεν είχε ληφθεί προέγκριση ούτε δόθηκε εκ των υστέρων έγκριση, ο ασφαλισμένος δεν δικαιούτο την απόδοση καμιάς δαπάνης.
Επειδή, το δικάσαν δικαστήριο την κρίση του περί του δικαιώματος του αναιρεσείοντος για την απόδοση των νοσηλίων στήριξε αποκλειστικά στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, χωρίς να λάβει υπ' όψιν του τις διατάξεις του ως άνω Καν 1408/1971, ο οποίος έχει άμεση ισχύ. Περαιτέρω, στην προσβαλλόμενη απόφαση ο αναιρεσείων αναφέρεται ως «ασφαλισμένος», χωρίς να διευκρινίζεται αν, κατά τον κρίσιμο χρόνο της νοσηλείας της συζύγου του, ήταν συνταξιούχος ή μη, προκειμένου να κρίνει το διοικητικό εφετείο σε ποια από τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού υπαγόταν η επίδικη περίπτωση και αν οι διατάξεις του Κανονισμού Νοσοκομειακής Περίθαλψης ΙΚΑ είναι σύμφωνες με τις εφαρμοστέες διατάξεις του παραγώγου κοινοτικού δικαίου. Για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως ερευνώμενο, αναιρείται η απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, παραπέμπεται στο διοικητικό εφετείο για νέα κρίση.

Σημείωση: Η απόφαση αυτή αφορά στη διάταξη του άρθρου 3 α του Κανονισμού Περιθάλψεως ΙΚΑ, όπως είχε πριν τροποποιηθεί εμμέσως με την Φ7/οικ.15/7.1.1997 απόφαση Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β΄ 22). Ας σημειωθεί ότι και η νεότερη αυτή υπουργική απόφαση ομοίως δεν διακρίνει την περίπτωση ανάγκης νοσηλείας συνταξιούχου που διαμένει προσωρινά σε άλλο κράτος μέλος, διάφορο από αυτό της κατοικίας του, από τις περιπτώσεις των άλλων ασφαλισμένων.
Παρόλα αυτά, η απόφαση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι επίκαιρη και ενδιαφέρουσα, καθώς εξετάζει αυτεπάγγελτα το αν στην υπό κρίση υπόθεση ελήφθησαν υπόψη οι ρυθμίσεις του Κανονισμού 1408/1971, σύμφωνα με τον οποίο προβλέπεται μερικώς διάκριση μεταξύ μισθωτών και συνταξιούχων όσον αφορά στις προϋποθέσεις απόδοσης των δαπανών τους για τη νοσηλεία στο εξωτερικό. Ερευνά τις προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 22 και 31 του Κανονισμού 1408/1971, παραπέμποντας στις αποφάσεις ΔΕΚ της 25.2.2003 στην υπόθεση C-326/2000 (ΙΚΑ κατά Ιωαννίδη) και ΔΕΚ της 31.5.1979 στη C-182/1978 (Pierik).
Δεν εισέρχεται, αφού δεν είναι αρμόδιο, στην εξέταση της ουσίας της υποθέσεως, δηλαδή στο να εξετάσει αν η σύζυγος του ασφαλισμένου συνταξιούχου είχε προγραμματίσει την νοσηλεία της στο εξωτερικό, οπότε (σύμφωνα και με όσα στο σκεπτικό του αναφέρει το ΣτΕ αλλά και με όσα αναφέρει η απόφαση του ΔΕΚ κατωτέρω), εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 22 του Κανονισμού, ή αν συνέβη το γεγονός της εξετάσεως και νοσηλείας της στην Αγγλία κατά τη διάρκεια απλής διαμονής της στη χώρα αυτή (οπότε η περίπτωση εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 31 του Κανονισμού 1408/1971).
Ας σημειωθεί ότι στην απόφαση του ΔΕΚ επί της υποθέσεως C-326/2000, στην οποία παραπέμπει το σκεπτικό της παρούσας αποφάσεως του ΣτΕ, είχε ερευνηθεί και το ζήτημα αν με τις διάφορες ρυθμίσεις των άρθρων 22 και 31 του Κανονισμού 1408/1971 παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης.
Ο Γενικός Εισαγγελέας Ruiz-Jarabo Colomer στις Σκέψεις του της 15ης Οκτωβρίου 2002 επί της ως άνω υποθέσεως, είχε προτείνει τα εξής επί του ζητήματος της παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχείρισης (με την πρόβλεψη διαφορετικών προϋποθέσεων επί μισθωτών και συνταξιούχων): «32. …Προκειμένου για τους συνταξιούχους, που αποτελούν ένα τμήμα του πληθυσμού το οποίο χρήζει συχνά ιατρικής περιθάλψεως, εξ αιτίας χρονίων ασθενειών ή των φθορών της υγείας τους λόγω ηλικίας, ο νομοθέτης, με μεγαλύτερη γενναιοδωρία απ' ό,τι ως προς τους λοιπούς ασφαλισμένους, επιδιώκει να ενθαρρύνει την κινητικότητα των συνταξιούχων στο έδαφος της Ενώσεως, ούτως ώστε να μην αποφεύγουν να μετακινούνται εξ αιτίας του φόβου που θα τους προξενούσε η πιθανότητα να βρεθούν ακάλυπτοι σε περίπτωση επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας τους.
Πράγματι, η προϋπόθεση να απαιτεί η κατάστασή τους άμεση ιατρική περίθαλψη κατά τη διάρκεια της προσωρινής διαμονής τους εκτός της χώρας κατοικίας τους ή, όπως προβλέπει το άρθρο 3α, παράγραφος 4, στοιχείο ζ_, του κανονισμού νοσοκομειακής περιθάλψεως του ΙΚΑ, η προϋπόθεση της αιφνίδιας εκδηλώσεως της ασθένειας είναι ικανές να αποθαρρύνουν τα άτομα της τρίτης ηλικίας να ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη».
Ακολούθως, το ΔΕΚ έκρινε στη σκέψη 38 της απόφασής του, ότι το γεγονός ότι ο κοινοτικός νομοθέτης δεν θέλησε να διαμορφώσει το καθεστώς που εφαρμόζεται στους μη ασκούντες επαγγελματική δραστηριότητα συνταξιούχους αντιγράφοντας το καθεστώς που ισχύει για τους μισθωτούς ή τους μη μισθωτούς μπορεί να εξηγηθεί από την πιθανή βούλησή του να ευνοήσει την πραγματική κινητικότητα αυτής της κατηγορίας ασφαλισμένων, λαμβανομένων υπόψη ορισμένων ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τους, μεταξύ των οποίων το ότι είναι ενδεχομένως περισσότερο ευάλωτοι και εξαρτημένοι σε θέματα υγείας καθώς και το ότι έχουν διαθέσιμο χρόνο που τους επιτρέπει να διαμένουν συχνότερα σε άλλα κράτη μέλη.
Το ΔΕΚ συνολικά επί της υπό κρίσιν του περιπτώσεως έκρινε ότι δεν αποκλείεται η εφαρμογή του άρθρου 31 από το γεγονός ότι η περίθαλψη, κατά τη διάρκεια της προσωρινής διαμονής του συνταξιούχου σε άλλο κράτος μέλος, συνδέεται με πάθηση προϋπάρχουσα και γνωστή στον ασφαλισμένο, όπως οι χρόνιες ασθένειες. Δεν εξαρτάται η χορήγηση των παροχών ούτε από προηγούμενη έγκριση, ούτε από την προϋπόθεση της αιφνίδιας εκδήλωσης της πάθησης. Μόνο εάν η περίθαλψη ήταν προγραμματισμένη και η μετάβαση του συνταξιούχου σε άλλο κράτος μέλος έγινε για ιατρικούς σκοπούς, η ανάληψη της δαπάνης εξαρτάται από προηγούμενη έγκριση. Αρμόδιο για να κρίνει το προγραμματισμένο ή μη της περίθαλψης είναι το εθνικό δικαστήριο (Βλ. Β. Μωυσίδη, Κοινωνική Ασφάλιση, Β΄ Έκδοση, Εκδ. Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 176).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved