Νομολογία - διοικητικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2016 - ÔÅÕ×ÏÓ 92) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 1896/2016 Τμήμα: Β’ Πρόεδρος: Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Ι. Δημητρακόπουλος, Πάρεδρος
Επιβολή φόρου εισοδήματος στην προσαύξηση περιουσίας που πηγάζει από πώληση μετοχών.
Άρθρα 4 παρ. 5, 78 παρ. 1 Σ, 13 παρ. 2 ΚΦΕ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

4. Επειδή, το άρθρο 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (στο εξής, ΚΦΕ), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2238/1994 (Α’ 151), επιγράφεται «Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από επιχειρήσεις ή επαγγέλματα».
Η παράγραφος 1 περ. α’ του άρθρου αυτού ορίζει ότι φορολογείται αυτοτελώς (με συντελεστή 20%), λογιζόμενο ως εισόδημα, κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προκύπτει από τη μεταβίβαση επιχείρησης ή εταιρικών μεριδίων.


Με το άρθρο 3 παρ. 4 του ν. 2753/1999 (Α’ 249) προστέθηκε παράγραφος 2 στο ίδιο άρθρο 13 του ΚΦΕ με την οποία, όπως τροπο-ποιήθηκε με το άρθρο 33 ν. 2778/1999 (Α’ 295), ορίζονται τα εξής: «Φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) η πραγματική αξία πώλησης μετοχών ή παραστατικών τίτλων μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή αλλοδαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό, που μεταβιβάζονται από ιδιώτες ή από φυσικά η νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλ-λοδαπά.


Για την καταβολή του φόρου αυτού και την υποβολή της σχετικής δήλωσης έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στις διατάξεις της προη-γούμενης παραγράφου [...]».


[…] Εξάλλου, με την παράγραφο 2 του άρθρου 10 του ν. 3522/2006 προστέθηκε στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ΚΦΕ το ακόλουθο εδάφιο: «Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά τα κέρδη από τις συ-ναλλαγές αυτές φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις».


Στην αιτιολογική έκθεση του ν. 3522/2006 αναφέρονται τα ακόλουθα, σχετικά με την τελευταία αυτή διάταξη: «Με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπεται ότι τα εισοδήματα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κώδικα αυτού (ΑΕ, ΕΠΕ κ.λπ.) από την πώληση μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών [...] παύουν να χαρακτηρίζονται ως αυτοτελώς φορο-λογούμενα με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, συμψηφιζομένου του φόρου 5% που έχει ήδη καταβληθεί.


Η ρύθμιση αυτή γίνεται για λόγους απλοποίησης του φορολογικού συστήματος [...] καθώς και για λόγους ενιαίας φορολογικής μετα-χείρισης των κερδών από τις πιο πάνω συναλλαγές με τα λοιπά εισοδήματα που αποκτούν τα προαναφερθέντα νομικά πρόσωπα (υπεραξία από την πώληση μεριδίων, μερίδων, τόκοι καταθέσεων, REPO, κ.λπ.) τα οποία από το έτος 2002 και μετά φορολογούνται και αυτά με τις γενικές διατάξεις».

Τέλος, στην περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 109 του ΚΦΕ, όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 3522/2006, ορίζεται ότι: «Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν: α) Ο φόρος που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 12, 13 παράγραφοι 1 και 2, 55, 111 και 114 του παρόντος, στο εισόδημα που υπόκειται σε φόρο [...]».

5. Επειδή, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 13 παρ. 2 εδ. α’ του ΚΦΕ, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο (χρήση του 2009), ερμηνευόμενης υπό το φως, αφενός, των αναφερόμενων στα προεκτεθέντα χωρία των αιτιολογικών εκθέσεων των νόμων 2553/1999 και 3522/2006 και, αφετέρου, των διατάξεων των άρθρων 4 (παρ. 5) και 78 (παρ. 1) του Συντάγματος, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος η προσαύξηση της περιουσίας που πηγάζει από την πώληση μετοχών ημεδαπών ανώνυμων εταιρειών μη εισηγμένων στο Χρη-ματιστήριο Αθηνών, ήτοι το κέρδος που προσπορίζεται ο πωλών τις μετοχές από τη μεταβίβαση αυτή, ενόψει της υπεραξίας τους (πρβλ. ΣτΕ 3160/2007).


Συνεπώς, η επιβολή φόρου εισοδήματος, κατά την εν λόγω διάταξη, προϋποθέτει κερδοφόρα πώληση, είναι δε διάφορο το ζήτημα του τρόπου υπολογισμού και φορολόγησης της σχετικής περιουσιακής προσαύξησης. Τούτων έπεται ότι, αν η πώληση τέτοιων μετοχών είναι ζημιογόνα για τον πωλητή, δεν γεννάται φορολογική οφειλή, βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 2 του κώδικα φορολογίας εισοδήματος, ο δε καταβληθείς φόρος πρέπει είτε να επιστραφεί στον πωλητή είτε να συμψηφιστεί με το φόρο εισοδήματος που αυτός τυχόν οφείλει για την ίδια χρήση.


Κατά την ειδικότερη γνώμη της Συμβούλου Ε. Νίκα, και της Παρέδρου Κ. Λαζαράκη, σύμφωνα με το άρθρο 109 παράγραφος 4 του ΚΦΕ, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με την παράγραφο 3 του άρθρου 10 του ν. 3522/2006, τα πρόσωπα του άρθρου 101 πα-ράγ. 1 του Κώδικα, των οποίων το εισόδημα από την πώληση μετοχών ημεδαπών ΑΕ μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο φορολογείται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 παράγραφος 2 in fine του ως άνω Κώδικα, «με τις γενικές διατάξεις», εκπίπτουν από τον οφειλόμενο υπ’ αυτών κατά την οικεία χρήση φόρο εισοδήματος το ποσό του φόρου (5% επί της «πραγματικής» αξίας των μετοχών) που κατέβαλαν κατά την πώλη-ση.


Τούτο δε ανεξαρτήτως εάν από την συγκεκριμένη πώληση προέκυψε κέρδος ή ζημία, δοθέντος ότι η διάταξη του άρθρου 109 παρά-γραφος 4 του ΚΦΕ, όπως τροποποιήθηκε, δεν κάνει σχετική διάκριση αποκλείοντας την έκπτωση του προκαταβληθέντος κατ’ άρθρο 13 πα-ράγραφος 2 του ιδίου Κώδικα φόρου επί ζημιογόνου πωλήσεως, όπερ, άλλωστε, θα μετέβαλε και τη φύση του επιβαλλομένου κατά την ως άνω διάταξη του άρθρου 13 παράγραφος 2 του ΚΦΕ φόρου εισοδήματος σε φόρο μεταβιβάσεως, ήτοι σε φόρο επί των συναλλαγών.
(Δέχεται την αίτηση αναίρεσης. Αναιρεί την ΔΕφΑθ 4106/2013).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved