Οι δέκα βασικές αρχές του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση των φορολογικών αδικημάτων

Κατερίνα Σαββαΐδου
Επίκουρη Καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,

Κάτοχος της Έδρας Jean Monnet «Ευρωπαϊκή Φορολογική Πολιτική και Διοίκηση», τ. Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, Δικηγόρος - Φορολογική Σύμβουλος


Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τα φορολογικά αδικήματα, η διαφθορά, η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος) και άλλες παράνομες χρηματοοικονομικές ροές απειλούν τα στρατηγικά, πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των χωρών. Οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές απασχολούν σοβαρά όλες τις χώρες και κυρίως τις αναπτυσσόμενες, καθώς απορροφούν πόρους που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξή τους μακροπρόθεσμα.


Το Νοέμβριο του 2017, και στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εργασιών του (Διάλογος του Όσλο), ο ΟΟΣΑ και ειδικότερα το Κέντρο φορολογικής πολιτικής και διοίκησης (Centre for Tax Policy and Administration) εξέδωσε μία έκθεση-οδηγό, στην οποία παρουσιάζει δέκα βασικές παγκόσμιες αρχές για την αποτελεσματική καταπολέμηση των φορολογικών αδικημάτων (http://www.oecd.org/tax/crime/fighting-tax-crime-the-ten-global-principles.htm). Κάθε αρχή περιγράφεται και συμπληρώνεται με παραδείγματα και τρέχουσες πρακτικές από όλο τον κόσμο, επιτρέποντας στις διοικήσεις να επανεξετάσουν και να αξιολογήσουν την εφαρμογή των δέκα παγκόσμιων αρχών, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις αντίστοιχες άλλων χωρών. Η έκθεση-οδηγός καλύπτει τις νομικές, θεσμικές, διοικητικές και επιχειρησιακές πτυχές που είναι αναγκαίες για τη θέσπιση ενός αποτελεσματικού συστήματος καταπολέμησης των φορολογικών αδικημάτων και των λοιπών μορφών οικονομικού εγκλήματος.


Η έκθεση-οδηγός καταρτίστηκε από την ειδική ομάδα του ΟΟΣΑ για τα φορολογικά και άλλα οικονομικά εγκλήματα (OECD’s Task Force on Tax Crimes and Other Crimes - TFTC) και βασίζεται στην εμπειρία κυβερνητικών οργανισμών των μελών του Οργανισμού, καθώς και σε πρόσθετα στοιχεία ερευνών που προέρχονται από τριανταμία χώρες και συγκεκριμένα την Αυστραλία, την Αυστρία, τη Βραζιλία, τον Καναδά, την Τσεχία, τη Δανία, το Ελ Σαλβαδόρ, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, τη Γεωργία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ινδονησία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τη Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, τη Μαλαισία, τις Κάτω Χώρες, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νορβηγία, τη Σιγκαπούρη, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία, τη Νότια Αφρική, την Ισπανία, τη Σουηδία, την Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες.


Η έκθεση αυτή αποτελεί μέρος των συνεχιζόμενων εργασιών του ΟΟΣΑ στο πλαίσιο του Διαλόγου του Όσλο (https://www.oecd.org/ctp/crime/oslo/dialogue), όπου πραγματοποιήθηκε το πρώτο Φόρουμ για τα φορολογικά αδικήματα (1ο Forum on Tax and Crime) το 2011, και προορίζεται να εξυπηρετήσει τρεις σκοπούς:
1. Να επιτρέψει στις διοικήσεις να συγκρίνουν το νομικό και επιχειρησιακό τους πλαίσιο με επιτυχημένες πρακτικές και να βελτιώσουν τα συστήματά τους στους βασικούς τομείς καταπολέμησης των φορολογικών αδικημάτων και γενικότερα του οικονομικού εγκλήματος.
2. Να επιτρέψει τη μέτρηση της προόδου των διοικήσεων μέσω τακτικών ενημερώσεων, γεγονός που μπορεί να επιτευχθεί μέσω της παρακολούθησης και της δημοσίευσης της προόδου τους σε μελλοντικές εκδόσεις της έκθεσης αυτής.
3. Να επιτρέψει στις διοικήσεις τόσο των αναπτυσσόμενων όσο και των αναπτυγμένων χωρών να διατυπώνουν τις ανάγκες τους για κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης της έκθεσης στη διδακτέα ύλη της διεθνούς φορολογικής ακαδημίας του ΟΟΣΑ.


Η εφαρμογή των δέκα αρχών από τη διοίκηση αντικατοπτρίζει βεβαίως το ευρύτερο πλαίσιο του νομικού συστήματος, της διοικητικής πρακτικής και της κουλτούρας της. Εναπόκειται, λοιπόν, σύμφωνα με την έκθεση, σε κάθε διοίκηση να αποφασίσει αναφορικά με τον καλύτερο τρόπο εφαρμογής των δέκα αρχών, κατά τρόπο που να είναι ο πλέον κατάλληλος σύμφωνα και με την οργανωτική της δομή για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος και τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις της διοίκησης με τα διεθνή πρότυπα, τις διεθνείς συμβάσεις και, στην περίπτωση των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Επιπλέον, δεδομένου ότι κάθε κράτος προβλέπει αφενός διαφορετικό ορισμό για τα φορολογικά αδικήματα και αφετέρου διαφορετική οργανωτική δομή για τη διερεύνησή τους, η αναφορά στην έκθεση του ΟΟΣΑ στον όρο «φορολογικά αδικήματα» ταυτίζεται με την εκ προθέσεως συμπεριφορά που έχει ως συνέπεια την παραβίαση ενός φορολογικού νόμου, ενώ ο σχετικός ορισμός είναι αρκετά ευρύς, ώστε να καταλαμβάνει τους διαφορετικούς ορισμούς που μπορεί να ισχύουν σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο των κρατών και που συνδέεται με την παραβίαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη νομοθεσία φορολογίας εισοδήματος και τη νομοθεσία αναφορικά με την έμμεση φορολογία, όπως ο ΦΠΑ.


Πρέπει να σημειωθεί ότι η εν λόγω έκδοση της έκθεσης του ΟΟΣΑ δεν περιλαμβάνει άλλα οικονομικά εγκλήματα, όπως η παραβίαση των νόμων περί τελωνείων, η διαφθορά, η δωροδοκία ή η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.


Η μελέτη του ΟΟΣΑ συνιστά στις διοικήσεις να έχουν ως σημεία αναφοράς την καθεμία από αυτές τις δέκα παγκόσμιες αρχές. Στο πλαίσιο αυτό συστήνεται ο εντοπισμός τομέων, στους οποίους απαιτούνται αλλαγές στις νομοθετικές ή επιχειρησιακές πτυχές, όπως η αύξηση των αρμοδιοτήτων έρευνας ή εκτέλεσης, η επέκταση της πρόσβασης και σε άλλα κρατικά στοιχεία, η χάραξη ή η επικαιροποίηση της στρατηγικής αντιμετώπισης φορολογικών αδικημάτων και η ανάληψη περισσότερων πρωτοβουλιών για τη μέτρηση της επίδρασης που έχουν στην καταπολέμηση των αδικημάτων αυτών. Συγκεκριμένα, οι αναπτυσσόμενες διοικήσεις ενθαρρύνονται να χρησιμοποιήσουν τον οδηγό ως διαγνωστικό εργαλείο για τον εντοπισμό των αρχών εκείνων που ακόμη δεν έχουν θεσμοθετηθεί ή εφαρμοστεί στις χώρες τους.


Ειδικότερα οι δέκα βασικές παγκόσμιες αρχές του ΟΟΣΑ είναι η διασφάλιση της ποινικοποίησης των φορολογικών αδικημάτων, η ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση των φορολογικών αδικημάτων, η θεσμοθέτηση επαρκών αρμοδιοτήτων έρευνας, η θεσμοθέτηση επαρκών αρμοδιοτήτων δέσμευσης, κατάσχεσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων, η θεσμοθέτηση μιας οργανωτικής δομής με καθορισμένες ευθύνες, η παροχή επαρκών πόρων για την έρευνα των φορολογικών αδικημάτων, ο χαρακτηρισμός των φορολογικών αδικημάτων ως βασικό αδίκημα για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού πλαισίου για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρμόδιων υπηρεσιών, η διασφάλιση ύπαρξης μηχανισμών διεθνούς συνεργασίας, καθώς και η προστασία των δικαιωμάτων των υπόπτων.


Ειδικά, όσον αφορά στην πρώτη αρχή για τη διασφάλιση της ποινικοποίησης των φορολογικών αδικημάτων, η μελέτη δείχνει ότι η καταπολέμησή τους διενεργείται ενεργά από τα κράτη σε όλο τον κόσμο, τα οποία έχουν ψηφίσει διατάξεις νόμων που ποινικοποιούν τα φορολογικά αδικήματα, ενώ έχουν την εξουσία να επιβάλλουν σημαντικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων μακροχρόνιων ποινών φυλάκισης, σημαντικών προστίμων, κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων και μιας σειράς άλλων κυρώσεων. Οι διοικήσεις διαθέτουν, επίσης, ένα ευρύ φάσμα εξουσιών έρευνας και καταναγκασμού, καθώς και πρόσβαση σε σχετικά δεδομένα, στοιχεία και πληροφορίες. Τα δικαιώματα των υπόπτων είναι κατοχυρωμένα στο νόμο και γίνονται αντιληπτά σε όλες τις χώρες με τον ίδιο τρόπο.


Περαιτέρω, οι διοικήσεις υιοθετούν όλο και περισσότερο μια στρατηγική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των φορολογικών αδικημάτων, η οποία περιλαμβάνει τη στόχευση των βασικών κινδύνων και την αξιοποίηση των εργαλείων συνεργασίας με άλλους φορείς επιβολής του νόμου, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ταυτόχρονα, οι έρευνες στον τομέα του οικονομικού εγκλήματος πρέπει όλο και περισσότερο να γίνονται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και λιγότερους πόρους.


Ο ρόλος που διαδραματίζουν οι ελεγκτές των αδικημάτων φοροδιαφυγής συμβάλλει σημαντικά στις συνολικές προσπάθειες φορολογικής συμμόρφωσης της φορολογικής διοίκησης. Η εφαρμογή των δέκα αρχών σε όλο τον κόσμο είναι κρίσιμη για την αντιμετώπιση του φορολογικού χάσματος (tax gap) και την υποστήριξη της εγχώριας κινητοποίησης πόρων.


Η έκθεση-οδηγός του ΟΟΣΑ περιλαμβάνει, επίσης, πίνακες και γραφήματα που αντανακλούν τα στατιστικά και άλλα στοιχεία που δόθηκαν από τριανταμία διοικήσεις σε έρευνα του 2017. Ωστόσο, οι διάφορες συγκρίσεις πρέπει να γίνουν υπό το πλαίσιο έλλειψης ομοιόμορφου δικαίου και πρακτικών. Συγκεκριμένα, οι στατιστικές αναλύσεις που καταρτίζονται δεν δύναται να προσαρμοστούν λόγω διαφορών στους διάφορους όρους (νομικοί όροι και ορισμοί), στα φορολογικά και νομικά συστήματα και στο μέγεθος των αντίστοιχων φορολογικών διοικήσεων, τις διαφορετικές κουλτούρες, τη στάση απέναντι στον φορολογικό κίνδυνο και τα συνολικά ποσοστά συμμόρφωσης, καθώς και άλλες εφαρμοζόμενες προσεγγίσεις/στρατηγικές συμμόρφωσης. Επομένως, οι στατιστικές που περιλαμβάνονται στην έκθεση-οδηγό δεν πρέπει να εξετάζονται μεμονωμένα, αλλά στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσέγγισης της διοίκησης όσον αφορά στη συμμόρφωση αλλά και την καταπολέμηση των οικονομικών εγκλημάτων.


Τέλος, προβλέπεται η έκδοση νέας έκθεσης-οδηγού το 2018 που θα περιλαμβάνει μια σύνοψη των λεπτομερειών σχετικά με τον τρόπο, με τον οποίο οι εθνικές διοικήσεις εφαρμόζουν τις δέκα βασικές/παγκόσμιες αρχές.

Ακολουθήστε μας στο Twitter Ακολουθήστε μας στο Facebook Ακολουθήστε μας στο LinkedIn

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved